Αν και όσο περνούν τα χρόνια ο καρκίνος του μαστού πλήττει ολοένα και νεότερες γυναίκες, το πολύ θετικό στοιχείο που παρατηρούν και προτάσσουν οι επιστήμονες είναι ότι τα ποσοστά επιβίωσης έχουν αυξηθεί θεαματικά. Τα ποσοστά θανάτου από καρκίνο του μαστού μειώνονται σταθερά από το 1990 και έπειτα, λόγω τόσο του καλύτερου ελέγχου και της έγκαιρης ανίχνευσης της νόσου όσο και της αυξημένης ευαισθητοποίησης αλλά και των συνεχώς βελτιούμενων θεραπευτικών επιλογών.
Η έρευνα και η επιστήμη έχουν κάνει άλματα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι ειδικοί ανιχνεύουν, προλαμβάνουν και θεραπεύουν την ασθένεια, με αποτέλεσμα και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των γυναικών που αντιμετώπισαν ή αντιμετωπίζουν καρκίνο.
Τα ποσοστά θανάτου από τη νόσο μειώνονται σταθερά από το 1990
Επίσης, οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει όσα μπορούν να μας βοηθήσουν –όπως η τακτική άσκηση– αλλά και όσα θα μας επιβαρύνουν πιθανώς, π.χ., το αλκοόλ. Ας δούμε τι πρέπει να γνωρίζουμε για να κρατήσουμε τον καρκίνο του μαστού μακριά.
Ξεχνάμε όσα ξέραμε
Η αλήθεια είναι ότι:
Ο καρκίνος του μαστού μπορεί και να πονάει μερικές φορές.
Δεν είναι απαραίτητο ότι θα εμφανιστεί με τη μορφή όγκου. Ενδεχομένως να μοιάζει με έκζεμα, πληγή, ρυτιδιασμένο δέρμα, κακάδι, κοκκινίλα, να αλλάζει το σχήμα του μαστού, να υπάρχει έκκριμα ή οποιαδήποτε άλλη αλλαγή στη θηλή.
Ο καρκίνος του μαστού αφορά και τις γυναίκες της τρίτης ηλικίας. Μάλιστα, το ¼ των περιπτώσεων του καρκίνου του μαστού αφορά γυναίκες άνω των 75 ετών.
Η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του μαστού είναι εξαιρετικά μικρή στις γυναίκες κάτω των 40 ετών, αλλά στη συνέχεια αυξάνει συνεχώς, έως την ηλικία των 83 ετών και παραμένει σταθερή στα ίδια υψηλά επίπεδα.
Δεν υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στα αποσμητικά, στα σουτιέν με μπανέλες, στους τραυματισμούς στο στήθος και στο piercing στη θηλή με το ενδεχόμενο εμφάνισής του.
Αν και σπάνια, και οι άντρες μπορεί να νοσήσουν από καρκίνο του μαστού.
Ποιες συνήθειες πρέπει να υιοθετήσουμε
Οι επιστήμονες έχουν ασχοληθεί πολύ με τη διερεύνηση των παραγόντων που μπορεί να μας βοηθήσουν να μειώσουμε τις πιθανότητες να εμφανίσουμε καρκίνο του μαστού. Από τη μία πλευρά, έχουν συλλέξει όλες εκείνες τις συνήθειες που σύμφωνα με τις έρευνες μπορούν να μας βοηθήσουν προληπτικά.
Έτσι φαίνεται ότι προστατευτικά απέναντι στον καρκίνο του μαστού λειτουργούν η σωματική άσκηση, ο θηλασμός, η τεκνοποιία σε ηλικίες μικρότερες των 30 ετών και η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους.
Αντίθετα, οι ερευνητές έχουν βρει ότι επιβαρυντικά σε σχέση με τον καρκίνο του μαστού λειτουργούν κάποιοι παράγοντες τους οποίους μπορούμε να ελέγξουμε, όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ, το αυξημένο σωματικό βάρος (ειδικά μετά την εμμηνόπαυση), η καθυστέρηση της τεκνοποίησης και η παρατεταμένη λήψη ορμονών στο πλαίσιο θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης στην εμμηνόπαυση (η λήψη της, ώστε να αμβλυνθούν τυχόν έντονες ενοχλήσεις από την εμμηνόπαυση, πρέπει να γίνεται για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, πάντα υπό την καθοδήγηση γιατρού).
Οι παράγοντες που δεν περνούν από το χέρι μας και αυξάνουν τις πιθανότητες να απασχολήσει ο καρκίνος του μαστού μια γυναίκα είναι η μεγάλη διάρκεια των παραγωγικών χρόνων της (δηλαδή πρώιμη εμμηναρχή που διαρκεί ως πιο προχωρημένη ηλικία), η υπογονιμότητα από την πλευρά της γυναίκας (και μάλλον όχι η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, όπως πίστευαν παλιά οι επιστήμονες) και η κληρονομική προδιάθεση (που όμως ευθύνεται για πολύ μικρό ποσοστό των καρκίνων του μαστού, το οποίο υπολογίζεται από τους ειδικούς σε 5-10%).
Αντιμέτωπες όλο και νεότερες γυναίκες
Ο καρκίνος του μαστού δεν έχει γίνει συχνότερος τα τελευταία χρόνια, όπως ίσως μας φαίνεται. Όμως πλήττει όλο και νεότερες γυναίκες. Δεν είναι σίγουρο γιατί συμβαίνει αυτό.
Ίσως παίζει ρόλο το γεγονός ότι η διάγνωση τίθεται όλο και πιο έγκαιρα – εντοπίζονται δηλαδή ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις πρώιμου καρκίνου του μαστού. Επίσης, οι ειδικοί εικάζουν ότι παίζει ρόλο και το γεγονός ότι οι γυναίκες αποκτούν παιδιά σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία, με αποτέλεσμα να είναι πιο εκτεθειμένες σε μια πιθανή νεοπλασία.
Η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη
Σύμφωνα με τις έρευνες φαίνεται ότι οι περισσότερες γυναίκες εντοπίζουν τον καρκίνο του μαστού μόνες τους. Δυστυχώς, όμως, πολλές δεν ψάχνουν ποτέ το στήθος τους, ενώ, σύμφωνα με τους γιατρούς, όλες οι γυναίκες θα πρέπει από μόνες μας να:
Παρατηρούμε το στήθος μας (και το στέρνο και τις μασχάλες) για να δούμε αν κάτι μας φαίνεται περίεργο, για παράδειγμα το μέγεθος ή το σχήμα του στήθους μας ή αν υπάρχει έκκριμα από τη θηλή (χωρίς πίεση) ή αλλαγή στην υφή του δέρματος (μπορεί να φαίνεται σαν ρυτιδιασμένο, έχοντας την όψη του φλοιού πορτοκαλιού, για παράδειγμα, ή να μοιάζει σαν να έχει δίπλες) ή στο χρώμα του δέρματος του στήθους (μοιάζει κόκκινο ή σαν να φλεγμαίνει) ή αν υπάρχει έκζεμα, κρούστα ή κακάδι (όπως αυτό που παρατηρούμε στο επουλωμένο τραύμα) στη θηλή ή οποιαδήποτε άλλη αλλαγή στη συγκεκριμένη περιοχή.
Μην αμελούμε τις προληπτικές εξετάσεις. Η οδηγία είναι μετά την ηλικία των 40 να κάνουμε κάθε χρόνο ψηφιακή μαστογραφία. Σε ορισμένες περιπτώσεις γυναικών είναι πιθανό να τους συστηθούν και κάποιες συμπληρωματικές εξετάσεις όπως υπέρηχος μαστών ή/και μαγνητική μαστογραφία.
Όσον αφορά τις γυναίκες που έχουν κληρονομικό ιστορικό, αυτές θα πρέπει έπειτα από συνεννόηση με τον γιατρό τους να ακολουθούν διαφορετικό πρωτόκολλο παρακολούθησης (το οποίο ξεκινά σίγουρα σε μικρότερη ηλικία και μπορεί να περιλαμβάνει και άλλα είδη εξετάσεων, όπως μαγνητική μαστογραφία).
Η θεραπεία του καρκίνου του μαστού
Οι τρεις θεραπευτικοί πυλώνες στα χέρια των γιατρών είναι η χειρουργική εξαίρεση, η ογκολογική θεραπεία (χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία, ανοσοθεραπεία) και η ακτινοβολία.
Η ομάδα των θεραπόντων ιατρών θα επιλέξει ποιο είδος θεραπευτικού σχήματος θα εφαρμόσει, λαμβάνοντας υπόψη πολλά από τα χαρακτηριστικά του καρκίνου (π.χ., αν έχει προκύψει πριν ή μετά την εμμηνόπαυση, αν είναι ορμονοεξαρτώμενος, όπως συμβαίνει στο 60-70% των περιπτώσεων, ή το πόσο επιθετικός είναι).
Συχνά έχουμε την εντύπωση ότι όλοι οι καρκίνοι του μαστού είναι το ίδιο, όμως αυτό δεν ισχύει.
Υπάρχουν τέσσερα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον καθένα και παίζουν ρόλο τόσο στην πρόγνωση όσο και στη θεραπεία. Κατ’ αρχάς, υπάρχει ο τύπος του καρκίνου. Ο συχνότερος είναι ο πορογενής (ductal) που αντιπροσωπεύει το 75% των καρκίνων του μαστού που καταγράφονται.
Το άλλο ενδεχομένο είναι να είναι ο λοβιακός (lobular), που είναι ο δεύτερος συχνότερος τύπος και αντιπροσωπεύει το 10% των περιπτώσεων καρκίνων του μαστού. Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι τύποι, πολύ πιο σπάνιοι, όπως ο φλεγμονώδης καρκίνος του μαστού, το θηλώδες καρκίνωμα, το σωληνώδες καρκίνωμα, το βλεννώδες και το μυελοειδές.
Στη συνέχεια, έχει σημασία το μέγεθος των όγκων, ο αριθμός των προσβεβλημένων λεμφαδένων, καθώς και το αν υπάρχουν μεταστάσεις ώστε να γίνει η σταδιοποίηση του καρκίνου.
Έπειτα εξετάζεται ο βαθμός (grade) που δείχνει πόσο γρήγορα αναπτύσσονται τα καρκινικά κύτταρα – ο βαθμός τρία είναι ο πιο επιθετικός, με τις περισσότερες πιθανότητες εξάπλωσης. Τέλος, εξετάζεται σε τι είναι ευαίσθητα τα καρκινικά κύτταρα.
Υπάρχουν καρκίνοι που είναι ορμονοεξαρτώμενοι. Μάλιστα περίπου το 60-75% των καρκίνων του μαστού είναι θετικοί στους υποδοχείς οιστρογόνων ή/και προγεστερόνης. Το 15-20% είναι HER2 θετικοί και μπορεί ταυτόχρονα να είναι θετικοί ή αρνητικοί στους ορμονικούς υποδοχείς.
Το τελευταίο ενδεχόμενο είναι να είναι ένας καρκίνος του μαστού τριπλά αρνητικός (συμβαίνει στο 15% των περιπτώσεων), δηλαδή αρνητικός σε όλα τα παραπάνω, όπως πολύ συχνά συμβαίνει στις νεότερης ηλικίας γυναίκες ή σε εκείνες που φέρουν μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA1 ή 2 (κληρονομικός καρκίνος του μαστού).
Τα καλά νέα
Μόνο ένα μικρό ποσοστό των όγκων του μαστού που θα ψηλαφήσει ή θα ανακαλύψει σε μια εξέταση μια γυναίκα είναι καρκινικοί.
Οι περισσότεροι καρκινικοί όγκοι είναι εξαιρετικά θεραπεύσιμοι.
Οι δυνατότητες θεραπείας του καρκίνου γενικότερα και του καρκίνου του μαστού ειδικότερα βελτιώνονται συνεχώς, καθώς όλο και περισσότερα καινοτόμα φάρμακα υπόσχονται μακρά επιβίωση και πολύ καλή ποιότητα ζωής, ακόμα και στις γυναίκες που βρίσκονται σε δυσκολότερη θέση και μάχονται με τον μεταστατικό καρκίνο του μαστού.
Η ανισότητα των δύο φύλων επηρεάζει και την εξέλιξη της νόσου
Σύμφωνα με διεθνή μεγάλη έκθεση που δημοσιεύθηκε στο Lancet όπου συμμετείχαν επιστήμονες από πολλά διαφορετικά επιστημονικά και εθνικά backgrounds και η οποία μελέτησε τις γυναίκες και τον καρκίνο –κυρίως τους γυναικολογικούς καρκίνους, όπως του μαστού και του τραχήλου της μήτρας– σε 185 χώρες, διαπιστώθηκε ότι η ανισότητα των φύλων και οι διακρίσεις μειώνουν τις ευκαιρίες των γυναικών να αποφύγουν τους κινδύνους καρκίνου και εμποδίζουν την ικανότητά τους να λάβουν έγκαιρη διάγνωση και ποιοτική φροντίδα.
Μια δεύτερη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Lancet Global Health δείχνει ότι 1,5 εκατομμύριο πρόωροι θάνατοι από καρκίνο σε γυναίκες κάτω των 70 ετών το 2020 θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με την αποφυγή της έκθεσης σε βασικούς παράγοντες κινδύνου ή μέσω της έγκαιρης ανίχνευσης και διάγνωσης.
Η έρευνα ανέλυσε τους πρόωρους θανάτους από καρκίνο σε γυναίκες ηλικίας 30-69 ετών και διαπίστωσε ότι θα μπορούσαν να σωθούν άλλες 800.000 ζωές κάθε χρόνο, εάν όλες οι γυναίκες είχαν πρόσβαση στη βέλτιστη φροντίδα για τον καρκίνο.
Η κληρονομικότητα στον καρκίνο του μαστού
Το οικογενειακό ιστορικό παίζει ρόλο στο αν θα έχουμε αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουμε από καρκίνο του μαστού, αν και αυτό το ιστορικό δεν συνδέεται παρά σε ένα μικρό ποσοστό με κληρονομούμενα μεταλλαγμένα γονίδια (κληρονομικός καρκίνος) και έτσι η επίδρασή του δεν είναι τόσο μεγάλη όσο θα πίστευε κάποιος.
Οι πιθανότητες να εμφανίσουμε καρκίνο του μαστού είναι μεγαλύτερες όταν υπάρχουν μέλη της οικογένειάς μας (με τα οποία συνδεόμαστε με συγγένεια εξ αίματος, από την πλευρά είτε της μητέρας είτε του πατέρα μας) που έχουν πάθει καρκίνο του μαστού, ειδικά όταν είναι περισσότερα από ένα ή/και έχουν ασθενήσει πριν από την ηλικία των 50 ετών, ή/και έχουν εμφανίσει και άλλα είδη καρκίνου (π.χ., ωοθηκών), ή/και είναι άντρες, ή/και είχαν αμφοτερόπλευρο καρκίνο του μαστού.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, καθώς και αν εμείς οι ίδιες εμφανίσουμε καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών σε νεαρή ηλικία ή/και τριπλά αρνητικό ή/και αμφoτερόπλευρο, είναι σκόπιμο να κάνουμε γενετικό έλεγχο για να διερευνήσουμε αν φέρουμε μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA1 ή 2 (που έχουμε 50% πιθανότητες να κληρονομήσουμε είτε από τη μητέρα μας είτε από τον πατέρα μας, αν έχουν την ελαττωματική μετάλλαξη).
Για να καταλάβουμε πόσο σημαντικό είναι αυτό, αρκεί να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο για τον Καρκίνο των ΗΠΑ μια μέση γυναίκα έχει 13% πιθανότητες να πάθει καρκίνο του μαστού στη ζωή της, ποσοστό που ανεβαίνει στο 55-72% για μια γυναίκα με BRCA1, ενώ μια γυναίκα με BRCA2 έχει 45-69% πιθανότητες να νοσήσει από καρκίνο του μαστού μέχρι τα 70-80 χρόνια της.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Ευάγγελο Φιλόπουλο, πρόεδρο της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας.
ΠΗΓΗ:vita.gr